Eχω την εντύπωση ότι μέσα από την ίδια δυσάρεστη κατάσταση ο καθένας μας μαθαίνει διαφορετικά πράγματα, ανάλογα με τα κυρίαρχα στοιχεία της προσωπικότητάς του. Για παράδειγμα, μετά από ένα αυτοκινητιστικό δυστύχημα, ένας ανεύθυνος τείνει να βρίσκει με επιμέλεια τα λάθη των άλλων και «μαθαίνει» πόσο άτυχος ήταν που συνάντησε στο δρόμο του τόσο αδέξιους οδηγούς. Ένας απαισιόδοξος και ένας φοβιτσιάρης πιθανώς να μην ξαναμπούν σε αυτοκίνητο για πολύ καιρό, «μαθαίνοντας» όχι μόνο οτι ένα δυστύχημα μπορεί να συμβεί ξανά, αλλά και οτι ο καλύτερος τρόπος να μην σκοτωθείς μέσα σε ένα αυτοκίνητο είναι να πηγαίνεις παντού με τα πόδια. Υπάρχουν ακραίες περιπτώσεις ατόμων που μπορεί να αρχίσουν να πιστεύουν ότι κάποιος τους έστησε παγίδα και προκάλεσε το ατύχημα επίτηδες με σκοπό να τους σκοτώσει και άλλοι με υπερβολικές τάσεις ενοχής που θεωρούν μοναδικό υπαίτιο τον εαυτό τους, ακόμα κι αν τράκαραν με ένα αυτοκίνητο που πέρασε με κόκκινο. Ένα ενδιαφέρον είδος μετα-μάθησης και αυτογνωσίας μπορεί να κατακτηθεί σαν αποτέλεσμα της συστηματικής αυτο- η ετερο-παρατήρησης του τί μαθαίνει ο καθένας μας μέσα από μία και την αυτή εμπειρία.
Ίσως χρειαστούν άλλα 10 χρόνια μέχρι να καταλάβουν ότι αν μια χώρα αγοράζει από μια άλλη ποδοσφαιριστές για 100.000.000€ το κεφάλι και της πουλάει καθηγητές πανεπιστημίου για 200.000€, θα καταλήξουν η μεν πρώτη να έχει τις καλύτερες ποδοσφαιρικές ομάδες η δε δεὐτερη πολλά λεφτά και καλύτερα πανεπιστήμια
Η εξελισσόμενη οικονομική κρίση στην Ευρώπη έχει διάφορες συνέπειες. Ίσως οι Γερμανοί να «έμαθαν» πόσο πολύ φταίνε οι Έλληνες για την Ευρωπαϊκή κρίση. Σε αυτήν την περίπτωση, εκτός από ανευθυνότητα θα μπορούσαν να κατηγορηθούν και για βαρειά αμέλεια και αφέλεια, αφού μια τέτοια «εκμάθηση» προαπαιτεί να έχει αγνοηθεί πρώτα πως η Ελλάδα ήταν, είναι και θα είναι μια χώρα με προβλήματα που όλος ο κόσμος γνώριζε πολύ πριν την ένταξή της στην Ευρωπαϊκή Ένωση, κάτι που οι φίλτατοι εταίροι μας πάντα υποστήριξαν αμέριστα και ανέμελα. ΄Ισως οι Βρετανοί να «έμαθαν» ότι έκαναν πολύ καλά που ποτέ δεν πίστεψαν ούτε αφοσιώθηκαν με πεποίθηση στην Ευρωπαϊκή ιδέα, για το οποίο κανείς δεν μπορεί να τους κατηγορήσει για τίποτα άλλο εκτός από εμμονή στην ιδέα του «δεν έχεις τίποτα να μάθεις, αν τα ξέρεις ήδη όλα». Οι Ισπανοί ίσως έμαθαν πλέον πως δεν μπορείς να βασίσεις μια οικονομία σε μια φούσκα που κτίζουν οι ίδιοι οι «ένοικοί» της. Αλλά δυστυχώς, ίσως χρειαστούν άλλα δέκα χρόνια μέχρι να καταλάβουν οτι αν μια χώρα αγοράζει από μια άλλη ποδοσφαιριστές για 100.000.000€ το κεφάλι και της πουλάει καθηγητές πανεπιστημίου για 200.000€, θα καταλήξουν η μεν πρώτη να έχει τις καλύτερες ποδοσφαιρικές ομάδες του κόσμου η δε δεὐτερη πολλά λεφτά και καλύτερα πανεπιστήμια.
Πάλι μαντέψατε σωστά. Η εν κατακλείδι ερώτησή μου θα είναι «Τί μάθαμε τελικά εμείς από την κρίση;». Εκτός από μερικά προφανή που θα μου επιτρέψετε να μην θεωρήσω και τόσο ... αναπάντεχα, του στυλ «η Μέρκελ νοιάζεται για το συμφέρον της», «οι πολιτικοί ενδιαφέρονται για τους μισθούς και την επανεκλογή τους περισσότερο από ότι για το δίκαιο των εργαζομένων» δυσκολεύομαι να θυμηθώ κάτι αξιόλογο από όσα έχω ακούσει τελευταία. Με τρόμο αποφεύγω να αναφερθώ σε προτάσεις του στυλ «την κρίση την έφεραν οι ξένοι» ή «η φοροδιαφυγή είναι επαναστατική πράξη». Αναγκαστικά, πρέπει να αναφερθώ σε μερικές λαμπρές εξαιρέσεις περιστασιακών δηλώσεων από απλούς πολίτες. Με την άδεια του φίλου μου του Μιχάλη, πάντα πολιτικοποιημένου αλλά και ευτυχώς ανεξάρτητου νου, παραφράζω το ξέσπασμά του στο Facebook: «Το αηδιαστικότερο όλων είναι πως αν η αγορά είχε πέντε, έξι δις επιπλέον να κυκλοφορούν κανείς από δαύτους που τώρα οδύρονται και φωνασκούν, ... δεν θα έγραφε ούτε κιχ στο διαδικτυο...». Και με αυτό σαν έμπνευση, να σας αποκαλύψω το τί νομίζω οτι έμαθα κι εγώ:
Τόσα χρόνια πολιτισμού δεν έστεψαν μια για πάντα νικητή τον ανθρωπισμό ενάντια στην βαρβαρότητα, η οποία όχι μόνο δεν πέθανε στα χέρια των αρχαίων Ελλήνων, αλλά συνεχίζει να βασιλεύει σαν κυρίαρχη κουλτούρα. Μάλιστα η κρίση, με την πίεση για επιβίωση που ασκεί στις λαϊκές μάζες, θάμπωσε τον ορίζοντα ακόμα και των πιο προοδευτικών συμπολιτών μας που στο βωμό της θυσίασαν τις θεμελιώδεις αλλά τελικά ξεχασμένες απαιτήσεις τους για μια πιο καθαρή πόλη, ένα βιώσιμο περιβάλλον, μια λιγότερο φαλλοκρατική κοινωνία, ἐνα χώρο φιλικό για τα άτομα με ειδικές ανάγκες, σεβασμό στη διαφορετικότητα, πρόσβαση σε μια αξιοπρεπή δημόσια υγεία, και άλλα τόσα που θα έφταναν και θα περίσσευαν για ένα δεύτερο άρθρο. Όσο κι αν προσπαθώ δεν μπορώ να συμβιβαστώ με την ιδέα ότι ο Έλληνας της κρίσης με την δυστυχία του έχει κερδίσει το δικαίωμα να φέρεται απολίτιστα στους συνανθρώπους του, να παρκάρει στα πεζοδρόμια, να μη φοράει κράνος και να καπνίζει σε κλειστούς χώρους δίπλα στα παιδιά του, πράγματα που καταργήθηκαν σε μια μέρα όχι μόνο στην Ελβετία, τη Γερμανία ή την Ισπανία, αλλά και στην Κολομβία, όπου βρέθηκα προ 15-ημέρου! Ο αδιόρθωτος συμπατριώτης μου, χάρη στην κρίση, πολλαπλασιάστηκε και δυνάμωσε και τώρα ζει επί τέλους όπως «του καπνίσει» με τη δικαιολογία οτι εν μέσω τέτοιας κρίσης δεν μπορεί να του βάζουν πρόστιμα για μικροπράγματα.
Αν ο φίλος μου ο Μιχάλης έχει δίκιο και όλο αυτό το νομιμοποιημένο κατρακύλησμα των ηθών και συνηθειών μας έχει την αιτία του στην απουσία ρευστού από την αγορά, μήπως –λέω μήπως– πρέπει να αναθεωρήσουμε το τί διδάσκουμε στις οικονομικές σχολές και να αρχίσουμε θυμίζοντας στον κόσμο οτι οικονομία χωρίς πολιτισμό είναι σαν σούπα χωρίς πιάτο; Μήπως πρέπει να βάλουμε σαν πρωταρχικό στόχο της κοινωνίας μας τη δημιουργία δομών που να μας εγκυώνται ένα πολιτισμένο και ανθρώπινο περίγυρο είτε ζούμε με τι διπλά είτε με τα μισά; Κάτι που είχα υποψιάστεί από τις πρώτες μου εφηβικές εντάξεις σε ιδεολογίες και πολιτικές ουτοπίες είναι ότι ο άνθρωπος δεν μπορεί να μαθαίνει την αξία όσων τον περιβάλλουν κοιτώντας σε νούμερα και στατιστικές με μονάδα μέτρησης το νόμισμα. Είπα οτι τότε το είχα υποψιαστεί. Τώρα, σαν επαγγελματίας ερευνητής της οικονομικής συμπεριφοράς, το ξέρω με απόλυτη σιγουριά. Και το ακριβότερο αγαθό του πολιτισμού μας, εντός και εκτός οικονομικού συστήματος, μέ ή χωρίς κρίση, είναι ο σεβασμός προς εμάς τους ίδιους.